Ειναι δ υ ο. Εκεινος που ειναι οπως ειναι κι εκεινος που γινεται αυτο που προοριστηκε να γινει.
Εκεινος που κλεινει ορμητικα τα ματια του κι εκεινος που διαπλατα τα ανοιγει.
Εκεινος που πεφτει κι εκεινος που σηκωνεται.
Εκεινος που ξαναπεφτει κι εκεινος που ξανασηκωνεται. Ειναι δυο.
Εκεινος που συμβιβαζεται με το μισοαδειο ποτηρι κι εκεινος που του δινει μια και το ξαναγεμιζει απο την αρχη.
Εκεινος που ψελλιζει γιατι κι εκεινος που πιστευει χωρις ερωτηματικα.
Εκεινος που δινεται και περιμενει κι εκεινος που δινεται ανευ ορων.
Εκεινος που με το μισος του σκοτωνει μια μυγα κι εκεινος που με την αγαπη του την δινει σε ενα πουλι να την φαει.
Εκεινος που θυμαται κι εκεινος που συγχωρει. Ειναι δυο.
Εκεινος που περπατα σκυφτος κι εκεινος που εχει το βλεμμα του στον ουρανο.
Ειναι δυο.
Εχουν το ιδιο μυαλο, το ιδιο ζευγαρι ματια, το ιδιο ζευγαρι ποδια, το ιδιο ζευγαρι χερια, το ιδιο χαδι, το ιδιο χαμογελο, την ιδια πεινα, την ιδια διψα, την ιδια ελπιδα. Ειναι δυο. Και τροφοδοτουνται απο μια καρδια. Ειναι δυο και θα θελαν να χουν ο καθενας την δικη του καρδια. Ο ενας τραβαει μπροστα λεγοντας "τωρα θα παλεψω παμε απο την αρχη" , ο αλλος ταυτοχρονα τρεχει προς τα πισω και φωναζει "τωρα δεν ξερω αν εχει νοημα αν μπορω κουραστηκα". Ειναι δυο σας λεω. Μεσα μου ειναι δυο. Υπαρχει μια παλη κι ειναι δυο. Ετσι νιωθω. Οτι μεσα μας ειναι δυο. Κι ετσι παλευουν για την ιδια καρδια, για την ιδια ψυχη…
Και μονο το βραδυ, καμια φορα, σωπαινουν, γιατι, πως να το κανουμε, κι οι δυο ανασαινουν παρεα. Ανακαλυπτουν λιγο πριν μπουν στο ονειρο, οτι σε τελικη αναλυση, αγαπουν κι οι δυο τον αερα στο προσωπο, τα χερια τους να κουλουριαζονται μεσα σε χερια, αγαπουν κι οι δυο την ζεστασια της κιθαρας, τα παραμυθια για τους μικρους, τη βροχη και τα ουρανια τοξα.
Κι ομως δεν μπορουν να μονοιασουν. Κι δεν θα το κανουν ποτε.
Γιατι η καρδια πρεπει καποτε να διαλεξει σε ποιον ανηκει.
Μοιραζονται
το ιδιο σωμα και τον ιδιο φοβο.
Οτι ειναι δυο και θα μεινει
ε ν α ς…
Εκεινος που κλεινει ορμητικα τα ματια του κι εκεινος που διαπλατα τα ανοιγει.
Εκεινος που πεφτει κι εκεινος που σηκωνεται.
Εκεινος που ξαναπεφτει κι εκεινος που ξανασηκωνεται. Ειναι δυο.
Εκεινος που συμβιβαζεται με το μισοαδειο ποτηρι κι εκεινος που του δινει μια και το ξαναγεμιζει απο την αρχη.
Εκεινος που ψελλιζει γιατι κι εκεινος που πιστευει χωρις ερωτηματικα.
Εκεινος που δινεται και περιμενει κι εκεινος που δινεται ανευ ορων.
Εκεινος που με το μισος του σκοτωνει μια μυγα κι εκεινος που με την αγαπη του την δινει σε ενα πουλι να την φαει.
Εκεινος που θυμαται κι εκεινος που συγχωρει. Ειναι δυο.
Εκεινος που περπατα σκυφτος κι εκεινος που εχει το βλεμμα του στον ουρανο.
Ειναι δυο.
Εχουν το ιδιο μυαλο, το ιδιο ζευγαρι ματια, το ιδιο ζευγαρι ποδια, το ιδιο ζευγαρι χερια, το ιδιο χαδι, το ιδιο χαμογελο, την ιδια πεινα, την ιδια διψα, την ιδια ελπιδα. Ειναι δυο. Και τροφοδοτουνται απο μια καρδια. Ειναι δυο και θα θελαν να χουν ο καθενας την δικη του καρδια. Ο ενας τραβαει μπροστα λεγοντας "τωρα θα παλεψω παμε απο την αρχη" , ο αλλος ταυτοχρονα τρεχει προς τα πισω και φωναζει "τωρα δεν ξερω αν εχει νοημα αν μπορω κουραστηκα". Ειναι δυο σας λεω. Μεσα μου ειναι δυο. Υπαρχει μια παλη κι ειναι δυο. Ετσι νιωθω. Οτι μεσα μας ειναι δυο. Κι ετσι παλευουν για την ιδια καρδια, για την ιδια ψυχη…
Και μονο το βραδυ, καμια φορα, σωπαινουν, γιατι, πως να το κανουμε, κι οι δυο ανασαινουν παρεα. Ανακαλυπτουν λιγο πριν μπουν στο ονειρο, οτι σε τελικη αναλυση, αγαπουν κι οι δυο τον αερα στο προσωπο, τα χερια τους να κουλουριαζονται μεσα σε χερια, αγαπουν κι οι δυο την ζεστασια της κιθαρας, τα παραμυθια για τους μικρους, τη βροχη και τα ουρανια τοξα.
Κι ομως δεν μπορουν να μονοιασουν. Κι δεν θα το κανουν ποτε.
Γιατι η καρδια πρεπει καποτε να διαλεξει σε ποιον ανηκει.
Μοιραζονται
το ιδιο σωμα και τον ιδιο φοβο.
Οτι ειναι δυο και θα μεινει
ε ν α ς…